Λεπτός χειρισμός

 Γνώρισα την Ελένη περίπου πριν 25 χρόνια όταν κάποιο μεσημέρι ο πατέρας μου σε ηλικία 7 χρονών με πήγε στο ίδιο φροντιστήριο για να μάθω αγγλικά. Ήταν 2 χρόνια μεγαλύτερη από ‘μενα. Ένα ψιλόλιγνο άσκημο κορίτσι, μελαχρινό με μακριά μαλλιά. Γίναμε φίλοι σχεδόν αμέσως, το γεγονός πως τελικά οι οικογένειες μας γνωρίζονταν βοήθησε στο να γίνουμε κολλητοί. Τα χρόνια περνούσαν και μπορεί να μην ομόρφυνε η Ελένη, πάντως απέκτησε καμπύλες και μύριζε ερωτίλα. Κάποια στιγμή και το πρόσωπο της ωρίμασε. Μπορεί να μην έγινε θεά αλλά νόστιμη κάλλιστα την έλεγες. Κατά καιρούς που ήμουνα μόνος στα δεκαπέντε δεκάξι τη σκεφτόμουν τα βράδια κι αυνανιζόμουν κι είχα εντονότατους οργασμούς. Ίσως επειδή η φιλία μας ήταν τόσο σημαντική που ποτέ δε θα τη θυσιάζαμε.Σ’ αυτά τα χρόνια γίναμε ο ένας εξομολογητής και σύμβουλος του άλλους. Συχνά πυκνά χρησιμοποιούσαμε ο ένας τον άλλο για να κάνουμε τους περιστασιακούς συντρόφους μας να ζηλεύουν.

 Τη χρονιά που πέρασα φοιτητής στην Πάτρα εκείνη δίνοντας για δεύτερη φορά πέρασε στην Αθήνα. Έφυγα, πλέον ανταλλάσσαμε μόνο μηνύματα στο κινητό και στις γιορτές πηγαίναμε σε κανένα ρεμπετάδικο στου Ψυρρή. Είχαμε πλέον ουσιαστικά απομακρυνθεί όταν επέστρεψα στην Αθήνα έχοντας σοβαρό δεσμό με την Ανθή. Η Ανθή εκπλήρωνε κάθε προσδοκία των δικών μου, πανέξυπνη, φαβορί στο πανεπιστήμιο, ομορφούλα και γλυκομίλητη. Τότε πλέον αρχίσαμε να κάνουμε ξανά παρέα με την Ελένη που είχε πλέον δεσμό με τον Άγγελο. Ο Άγγελος αντιπροσώπευε όλα όσα δεν ήθελα για τον εαυτό μου. Μεγαλωμένος σε μια οικογένεια που χωρίς να έχει λεφτά φρόντιζε πάντα να του εξασφαλίζει ότι πιθανόν να ζητούσε ήταν ένας τύπος που κοιτούσε και δεν έβλεπε πέρα απ’ το τι μπορεί να κερδίσει απ’ τους άλλους. Σπίτωσε την Ελένη στο πατρικό του, έβαλε τη μάνα του να της μάθει να μαγειρεύει, να καθαρίζει και να τον περιποιείται. Να λέει σε όλα ναι. Της πρόσφερε πάντως ένα σωστό οικογενειακό περιβάλλον μιας και με τα χρόνια οι δικοί της χώρισαν και ουσιαστικά την παραμέλησαν.

Τη βρήκα αλλαγμένη. Που ωρίμασε μου άρεσε, αλλά κάποια κενότητα που είδα στα λεγόμενα της και μια συνεχής παραίτηση με ξένισαν. Όπως με ξένισε και το ότι είχε παραδώσει στον Άγγελο το μισθό της και όλη τη ζωή της. Βέβαια όσες φορές προσπάθησα να πω κάτι άλλαζε θέμα. Στην πορεία κράτησα κάποιες αποστάσεις γιατί με κούρασε αυτή η στάση της. Λίγο πολύ είχα και τα δικά μου. Να ψάχνω για δουλειά και να τρώω πόρτες, τις ζήλειες της Ανθής σε καθημερινή βάση και στις πιο απίθανες καταστάσεις μα κυρίως τα προβλήματα υγείας των δικών μου. Τελικά απομακρύνθηκα απ’ τα πάντα. Βρήκα μια δουλειά υποδεέστερη των προσδοκιών μου αλλά όχι πολύ κουραστική και με καλό μισθό και αρκετό ελεύθερο χρόνο για ν’ αφοσειωθώ στους δικούς μου. Με την Ανθή προς τέρψη πολλών γύρω μας αρραβωνιαστήκαμε, νοικιάσαμε ένα δυάρι κοντά στους δικούς μου και ξεκινήσαμε τη ζωή μας που έμελλε όπως σε όλες τις περιπτώσεις συγκατοίκησης να γίνει η ρουτίνα κι η απομυθοποίηση του ενός για τον άλλο. Ακόμη κι οι ζήλειες της σταμάτησαν, μάλλον με αγνοούσε τις περισσότερες φορές.

Πάχυνα πολύ και πλέον είχα μάτια μόνο για τη δουλειά μου και τις μελλοντικές προοπτικές μεταπήδησης σε άλλο τομέα πολύ περισσότερο ικανοποιητικό. Ο θάνατος πολλών δικών μου ανθρώπων χτύπησε την πόρτα μου, ακόμη κι αυτό το κατάπια και για να είμαι ειλικρινής μόνος βράχος στο συνεχές κατρακύλισμα μου, η Ανθή. Όμως αυτό τελικά και ουσιαστικά μας απομάκρυνε ακόμη περισσότερο ερωτικά. Ήμασταν μαζί, ήμασταν αγαπημένοι, ήμασταν πραγματική οικογένεια οι δυο μας αποκομμένοι απ’ τους πάντες και τα πάντα, αλλά όχι ζευγάρι ήμασταν κάτι άλλο, αδέρφια ίσως. Σύντομα κάπνιζα συνέχεια, έπινα συχνά πυκνά και πάχαινα ολοένα και περισσότερο. Δε θύμιζα σε τίποτα τον ανεξάρτητο, ευπροσήγορο και ανθρώπινο εαυτό μου. Η θλίψη με είχε τρελάνει κι η απογοήτευση. Κανένας δε με στήριξε, ούτε φυσικά η Ελένη. Εκείνη ήταν χαμένη στον κόσμο που της δημιούργησε ο Άγγελος. Απ’ τους πιο πιστούς μου φίλους, η προδοσία της να μην έρθει να με δει ούτε μια φορά με στοίχειωσε.

Και μια ημέρα ήρθε εκείνο το χαρτί που χρόνια φοβόμουν και κρυβόμουν πίσω από ένα μεταπτυχιακό που τελικά ποτέ δεν έκανα, η πρόσκληση για το στρατό. Αυτή τη φορά με ώθησε μια ανάγκη για αλλαγή, μια ανάγκη να πάρω τα πράγματα στα χέρια μου και πήγα. Δώδεκα μήνες έκανα διακοπές διαρκείας, στο σπίτι μου δεν πάτησα ούτε μια φορά, άφησα την Ανθή -με κάποια ενοχή ομολογουμένως- στρατηγό μου και τα κατάφερε επάξια σε όλα. Άλλωστε πλέον οι δυο μας ήμασταν ένα κράμα, ποιόν άλλο είχα να εμπιστευτώ; Κανέναν!Στην ηλικία μου και με αυτά που είχαν προηγηθεί ο στρατός ήταν ένα ανέκδοτο για ‘μενα. Μα βρήκα το χρόνο να σκεφτώ, να αφοσιωθώ στον εαυτό μου, να γυμναστώ, να χάσω κιλά. Στις ερωτικές μοναξιές μου τα βράδια στην κουκέτα μου ξανάρθε μέσα σε άλλες και το φάντασμα της Ελένης. Πάμπολλες φορές έπλασα καταστάσεις και εικόνες που μου κρατούσαν συντροφιά ακόμη και στις μονότονες περιπολίες και σκοπιές. 

Γύρισα ένα χρόνο μετά πιο ώριμος, σκληρός κι απόλυτος σε πολλά πράγματα. Αυτή τη φορά πέρασα απ’ τις σωστές συνεντεύξεις, έδωσα τις σωστές απαντήσεις και βρήκα μια δουλειά που καθημερινά μου δίνει χαρά. Δυστυχώς με την Ανθή μείναμε και μένουμε μαζί ως μια οικογένεια χωρίς κανένα ερωτογόνο παράγοντα ανάμεσα μας. Μόνη μου συντροφιά τα μυριάδες ερασιτεχνικά βιντεάκια στο διαδίκτυο. Ντρέπομαι βέβαια στην ηλικία μου να παραδεχτώ ότι βλέπω πορνό αλλά τελικά με ευχαριστεί.

Ένα από ‘κεινα τα βράδια που χάζευα βιντεάκια είδα πως είχαν αρχίσει ν’ ανεβαίνουν και πολλά ελληνικά. Άρχισα να τα βλέπω μετά μανίας. Ανακάλυψα όλες τις σελίδες που είχαν ελληνικά βιντεάκια. Πρέπει να ήταν μάλλον Τετάρτη βράδυ που ήμουν μόνος στο σπίτι και επιτέλους είχα τον ήχο δυνατά. Δεν είδα κάποιο πρόσωπο, άλλωστε το βίντεο έδειχνε μια κοπέλα που ο σύντροφος της την έπαιρνε από πίσω. Ωραίος κώλος με απίστευτα καλοσχηματισμένους μηρούς και δέρμα με υπέροχη σκουρόχρωμη απόχρωση. Άκουσα όμως τη φωνή! Ακόμη και μέσα απ’ την παραμόρφωση της φτηνής λήψης κατάλαβα ότι ήταν η φωνή της Ελένης. Έψαξα να βρω άλλα βίντεο του συγκεκριμένου χρήστη αλλά δεν τα κατάφερα. Είδα χιλιάδες φορές το βίντεο αυτό, ήμουν σίγουρος για δύο πράγματα : πως αυτή ήταν η Ελένη και πως φανταζόμουν ανύπαρκτες καταστάσεις. Δηλαδή ανάλογα και με την ψυχολογική μου κατάσταση έλεγα το ένα ή το άλλο. Πάντως το σίγουρο ήταν ένα, πως όποια κι αν ήταν οι ερωτικές κραυγές της εμένα με ερέθιζαν τρομερά.

Με δική μου επιμονή αρχίσαμε πάλι να βγαίνουμε όλοι μαζί και να τους παρατηρώ. Επιβεβαιώθηκα περισσότερο μέσω της παρατήρησης πως αποκλείεται να ήταν η Ελένη, παραήταν συγκρατημένη για κάτι τέτοιο. Αυτόν πάλι τον έκοβα ικανό για κάθε ανομία αρκεί να εξυπηρετούσε τα συμφέροντα του, αν και το συγκεκριμένο μου φαινόταν πολύ ακραίο ακόμα και γι’ αυτόν. Η Ελένη κι η Ανθή δέθηκαν κατά κάποιο τρόπο και τελικά βγαίναμε συνέχεια. Ο Άγγελος πρέπει να είναι απ’ τους μεγαλύτερους τσιγκούνηδες που έχω γνωρίσει. Κάθε φορά φρόντιζε να πάμε για φαγητό, να μοιραζόμαστε το λογαριασμό αλλά να τρώει κι απ’ όλα τα πιάτα. Συνέχιζε να ελέγχει το μισθό της. Πράγματα για τον εαυτό της της επέτρεπε να παίρνει πολύ φειδωλά ενώ χειριζόμενος δυο μισθούς αγόραζε για τον εαυτό του κάθε καινούργια ψηφιακή σαχλαμάρα που έβγαινε. Υπήρχαν αντιθέσεις σ’ αυτή την παρέα, ήμασταν όμως τόσο μόνοι με την Ανθή που τους είχαμε ανάγκη.

Κάποιο πάλι βράδυ Τετάρτης, ο γνωστός χρήστης που χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο ”Mati” ανέβασε ένα νέο βίντεο διάρκειας μιας ώρας. Το κτήνος είχε καταγράψει τον ξυλοδαρμό της ίδιας γυναίκας, τα ουρλιαχτά πόνου της και κατόπιν το άγριο πισωκολλητό που της έδωσε που όμως φαινόταν εν αντιθέσει με το ξύλο να απολαμβάνει. Κάποια στιγμή γύρισε το πρόσωπο της και παρά τη σκοτεινιά του βίντεο, την είδα! Και ήταν σίγουρα η Ελένη!

 Σοκαρίστηκα. Είχα μια απίστευτη πληροφορία στα χέρια μου και δεν ήξερα πως να τη χειριστώ και αν έπρεπε να τη χειριστώ με κάποιο τρόπο. Η δουλειά μου είναι τέτοια που έχω μάθει να χειρίζομαι πληροφορίες σχετικές με χρήματα με ιδιαίτερο τρόπο πάντα με στόχο τα μεγαλύτερα κέρδη για την επιχείρηση μου. Αποφάσισα να μην κάνω τίποτα προς το παρόν. Όμως το θέμα μου έγινε έμμονη ιδέα. Αφενός με ενοχλούσε να της φέρεται έτσι και τουλάχιστον το μέρος του ξύλου καταλάβαινα κι εγώ κι άλλοι πολλοί χρήστες που το σχολίαζαν αρνητικά πως της Ελένης δεν της άρεσε. Κι αφετέρου ο συνδυασμός των παλιών μου φαντασιώσεων με τις κραυγούλες της απ’ τα δυο βιντεάκια με στοίχειωναν. Έπειτα ήταν κι οι τέλειοι μηροί της.

Δυο βδομάδες μετά ο ”Mati” ανέβασε άλλα δυο βιντεάκια. Το ένα ήταν σίγουρα πολύ αρρωστημένο για τα γούστα μου. Περιελάμβανε πάλι ξύλο κι αυτή τη φορά πάρα πολύ ακόμη και με τη χρήση της ζώνης του ενώ στο τέλος αυνανίστηκε πάνω απ’ την πλάτη της Ελένης που σχεδόν ούρλιαζε απ’ το κλάμα και στη συνέχεια την έφτυσε κι έφυγε. Αυτό το βίντεο το ανέλυσα για ώρα. Τελικά ήμουν σίγουρος πως ο τύπος είχε βάλει στο δωμάτιο τους κάποια κρυφή κάμερα μονίμως ανοιχτή. Τουλάχιστον εγώ δε μπορούσα να διανοηθώ πως προτού αρχίσει να τη δέρνει πήγαινε κι ετοίμαζε τη βιντεοκάμερα. Εκτός κι αν ήταν στημένο κι απ’ τους δυο τους, μα μου ακούγονταν τόσο αληθινά τα κλάματα και τα ”σταμάτα” που του φώναζε οπότε το θεωρούσα μάλλον απίθανο.

 Το άλλο βίντεο ήταν νορμάλ και με αναστάτωσε ιδιαίτερα. Η Ελένη ήταν ξαπλωμένη γυμνή με τα πόδια ελαφρά ανοιχτά και σηκωμένα κι εκείνος την έγλυφε ανάμεσα στα πόδια και με τα δόντια τράβαγε ελαφρά την κλειτορίδα της. Σύντομα το γλείψιμο του έγινε πολύ έντονο κι εκείνη του πίεσε το πρόσωπο στο μουνί της με μανία. Έκατσε δίπλα της κι εκείνη σάλιωνε τα χέρια της και του την έπαιζε γρήγορα και δυνατά. Τον πήρε στο στόμα της που φούσκωσε απ’΄το καυλί κι έμοιαζε πολύ πρόστυχο και σέξι. Όταν τον σάλιωσε καλά χωρίς να την υγράνει καθόλου, τη γύρισε και της τον έμπηξε στον κώλο με σχετική δυσκολία. Η Ελένη ούρλιαξε μα εκείνος συνέχισε και συνέχισε και συνέχισε. Ο ρυθμός του ξέφρενος, τ’ αγκομαχητά του τον μεταμόρφωναν σχεδόν σε κάτι σα μυθικό ζώο και άκουσα πάλι τις τόσο απολαυστικές κραυγούλες της. Έχυσε στην πλάτη της, ψιθύρισε ”πουτάνα μου, μ’ άρεσε”, ξάπλωσε δίπλα της κι έκλεισε τα μάτια, το βίντεο τελείωσε.

ΚΙ ΕΓΩ τι έπρεπε να κάνω;;; Υπήρχε και το άλλο δεν ήμουν ο μόνος που έβλεπε ελληνικά ερασιτεχνικά. Κάποιος μπορεί να την αναγνώριζε. Ήθελα να την προειδοποιήσω, μα πως να μιλήσω, πως να εμπλακώ και πως να δικαιολογήσω ότι έβλεπα τέτοια βίντεο;

Το καλοκαίρι που ήρθε μας κάλεσαν για μερικές ημέρες στο εξοχικό του. Πήγαμε, η Ανθή με χαρά κι εγώ ανόρεχτα και νιώθοντας φριχτές ενοχές που γνώριζα ή τουλάχιστον υποψιαζόμουν πως η Ελένη κακοποιείται. Στις διακοπές σιγουρεύτηκα πάντως. Κάποιο βράδυ επέμεινε πολύ στην άποψη της σχετικά με κάποιο θέμα κι εκείνος σηκώθηκε κι έφυγε απ’ το τραπέζι. Ξαναγύρισε σχεδόν αμέσως και τη χαστούκισε πολύ άγρια. Η Ανθή με κοίταξε με τρόμο και με κράτησε απ’ τον καρπό, ήξερε πως αν σηκωνόμουν απ΄το τραπέζι θα τον έδερνα άσκημα. Εκείνος έφυγε πάλι αφού είδε πρώτα την κίνηση της Ανθής και λοξοκοίταξε εμένα με ένα βλέμμα κάτι ανάμεσα σε ύπουλο και προκλητικό. Πάντως φέρνοντας στο μυαλό μου και τα βιντεάκια δε θα με χαλούσε να τον κερνούσα λίγο απ’ το ξύλο που ο ίδιος τόσο απλόχερα μοίραζε.

Εκείνο το βράδυ ο Άγγελος δεν επέστρεψε. Όταν όμως αποκοιμήθηκε η Ανθή, εγώ πήγα στην κρεββατοκάμαρα του μαλάκα. Η Ελένη δεν κοιμόταν, κοιτούσε ένα περιοδικό στην πραγματικότητα χωρίς να το βλέπει. Φορούσε μόνο το κάτω μέρος του μαγιό της. Τα βυζιά της μικρά και μυτερά, σκουρόχρωμα σα να με προσκαλούσαν. Καλύφτηκε με το σεντόνι διακριτικά και μου χαμογέλασε.

Ελένη ήθελα να μιλήσουμε γι’ αυτό που έγινε απόψε..δεν αντέδρασε καθόλου. Συνέχισα κάπως άγαρμπα λέγοντας πως ξέρω οτι ο Άγγελος τη χτυπάει. Μα πριν το καλοσκεφτώ σα χείμαρρος τα είπα όλα και για τα βίντεο και για το πως αισθανόμουν που της φερόταν έτσι και πως αν με χρειαζόταν εγώ ήμουν πάντα φίλος της.

Η φωνή της ήταν τελείως επίπεδη και ψυχρή όταν μου απάντησε: Είσαι φίδι. Δεν τα πιστεύω αυτά που ακούω!! Προσπαθείς να μου κάνεις κακό. Ο Άγγελος είναι ό,τι καλύτερο γνώρισα στη ζωή μου…

Αφρίζοντας σχεδόν με έντονη φωνή άρχισα να της λέω πως αν αυτός ήταν το καλύτερο της τότε δεν ήξερε να ψωνίζει ή απ’ ότι φαινόταν τους ψώνιζε απ’ τα καλάθια. Με είχε πειράξει πολύ αυτό το ”φίδι” που είπε. 

Φύγε τώρα!

η φωνή της ήταν δυνατή, φοβήθηκα μην ξυπνήσει η Ανθή. Δεν κατάπινα καλύτερα τις σκέψεις μου. Σαν σε όνειρο η Ανθή μπήκε στο δωμάτιο και ρώτησε τι συμβαίνει. Δεν πρόλαβα να σταματήσω την Ελένη…

ο ξεφτίλας από ‘δω ήρθε να μου πει μες τη νύχτα πως βλέπει τσόντες και με είδε να γαμιέμαι με τον άντρα μου.

ΜΑΚΑΡΙ να με κατάπινε η γη.

Συνοπτικά μαζέψαμε τα πράγματα μας. Στο αυτοκίνητο η σιωπή ήταν πολύ βαριά. Δεν την άντεχα, ξέσπασα της είπα τα πάντα ακόμη και πόσο πολύ μ’ ερεθίζει η Ελένη. Ειρωνικά μου απάντησε μόνο σ’ αυτό…

Αυτό πια όλοι το έχουμε καταλάβει…

Δε μου ξαναμίλησε ούτε στο αυτοκίνητο, ούτε στο σπίτι. Το επόμενο απόγευμα όταν επέστρεψα το δυαράκι μας ήταν άδειο απ’ τα πράγματα της. Ωραία τα είχα καταφέρει. Ναι δεν της έκανα έρωτα πλέον, δεν με τραβούσε αλλά έπρεπε να της το τρίψω στη μούρη, είπα περισσότερα απ’ ότι έπρεπε. Σκέφτηκα να την αναζητήσω, μα για να σώσω τι;

Κι όμως δυο μέρες μετά ήμουν στο σπίτι των γονιών της και την παρακαλούσα να γυρίσει., πως είμαστε μια ομάδα, πως την αγαπάω. Ένιωσα πως όταν την έλεγα πως είναι η οικογένεια μου, είχα νικήσει. Το κατάλαβε πως της έλεγα την αλήθεια.

Αλλά την Ελένη δε θα την άφηνα έτσι. Δε με σεβάστηκε καθόλου και ούτε εκτίμησε την πρόθεση μου να τη βοηθήσω.

Την περίμενα έξω απ’ τη δουλειά της. Ξαφνιάστηκε που με είδε, προσπάθησε να με αποφύγει. Την έπιασα απ’ τον αγκώνα, ενοχλήθηκε…

Θα μ’ ακούσεις κι έπειτα θα φύγω.

Της περιέγραψα με απόλυτη σειρά τα βιντεάκια τους. Σοκαρίστηκε.

Αρνήσου πως όντως έχουν γίνει αυτά τα σκηνικά…

Κατέβασε το κεφάλι μα δε μίλησε.

Έφυγα.

Το βράδυ μου έστειλε μήνυμα να πάμε για ποτό. Δεν απάντησα, είχα τελειώσει μαζί της. Πέρασα ένα ήσυχο βράδυ με την Ανθή στην αγκαλιά μου βλέποντας ντιβιντί.

Το σκηνικό επαναλήφτηκε αντίστροφα. Το αμάξι της έφραζε το δικό μου έξω απ’ τη δουλειά μου.

Δε θέλω να σε χάσω… είπε μόνο.

Μπήκα μέσα, έβαλε ταχύτητα και αργά αργά φτάσαμε στο σπίτι της. Μου ζήτησε να της τα πω πάλι όλα. Ανόρεχτα το έκανα. Με ρώτησε γιατί βλέπω τσόντες. Της είπα πόσο μόνος είμαι ερωτικά εδώ και πολύ καιρό. Πως με την Ανθή μας δένουν πολλά μα τίποτα ερωτικό.

Με κοιτούσε για ώρα, δε μιλούσε. Το βλέμμα της έγινε έντονο, θολό, βυθίστηκε μέσα μου.

Θέλω τρυφερότητα ,είπε…

Σηκώθηκα, δε μ’ άφησε απ’ τα μάτια της, σηκώθηκε κι εκείνη. Κόλλησε πάνω μου, με κοίταζε. Τα μάτια της κολλημένα στα δικά μου, με φίλησε απαλά, έβγαλε τη γλώσσα της έγλειψε τα χείλη μου, το λαιμό μου. Με έγδυσε, δεν αντιδρούσα καθόλου.

Ούτε δυο λεπτά μετά το πουλί μου σε μια στύση που είχα καιρό να νιώσω εξαφανιζόταν και μπαινόβγαινε ξέφρενα στο στόμα της. Το κράταγε μέσα στο στόμα της, το ζέσταινε και με κλειστό το στόμα, το χαίδευε με τη γλώσσα της. Έχυσα βαθιά κι έντονα στο στόμα της… τα κατάπιε.

Με έσπρωξε απαλά να κάτσω στον καναπέ.

Δεν πειράζει τώρα θ’ αντέξεις περισσότερο είπε και με λοξοκοίταξε με ένα χαμογελάκι πονηρό…

Η γλώσσα της πήγαινε απ’ τα αρχίδια στον κώλο μου με καύλωσε γρήγορα πάλι. Και με τα δυο της χέρια με τρόμπαρε γρήγορα και δυνατά χωρίς καμιά λεπτότητα. Καύλωσα πάρα πολύ… Την έγδυσα ξαπλώσαμε ανάποδα στο πάτωμα. Την έγλυφα και με έγλυφε, ένιωσα τους σπασμούς της και μια μικρή απειροελάχιστη κραυγούλα.

Πέρασα από κάτω της εκείνη βρέθηκε μπρούμυτα στο χαλί κι εγώ από πάνω της, Γλίστρησα απαλά μέσα στο καυτό κόλπο της, δεν της αρέσαν οι λεπτότητες το κατάλαβα. Κυριολεκτικά την πήδηξα άγρια. Ένιωσα ξανά τους σπασμούς της.

Έκατσα στον καναπέ κι εκείνη πάνω μου και με τύλιξε με τα πόδια της, κουνιόταν εκείνη κι εγώ έγλειφα τα μυτερά βυζάκια της. Έχυσα μέσα της ουρλιάζοντας από καύλα.

Ούτε νερό δε μ’ άφησε να πιω. Με πίπωνε συνεχόμενα, δε μπορούσα, πόναγα, μου χούφτωσε τον κώλο κι έκανα το ίδιο είχα αρχίσει πάλι να πετρώνω όταν με αδιακρισία και σιγουριά καρφώθηκε πάλι πάνω μου στήριξε τα πόδια της στα δικά μου κι αν και με πονούσε συνέχιζε να ανεβοκατεβαίνει βίαια. Σκέφτηκα το γαμήσι που της έριχνε ο άλλος στον κώλο, καύλωσα πάλι πολύ έντονα, χαίδεψα την κωλότρυπα της, χαμογέλασε

Πας για το μεγάλο έπαθλο; μου χαμογέλασε πονηρά

Σου αξίζει έλα πάρτο είπε και γύρισε τουρλώνοντας την κωλάρα της και κουνώντας τη δεξιά αριστερά παιχνιδιάρικα.

ΤΡΕΛΑΘΗΚΑ! Έσκυψα και ξεκίνησα να της γλείφω με μανία την κωλότρυπα, όταν την ένιωσα πολύ υγρή όσο πιιο μαλακά μπορούσα μπήκα πίσω της. Φοβόμουν μην την πονέσω. Πήρε εκείνη τον έλεγχο του ρυθμού. Πήρε και το χέρι μου και το τοποθέτησε. Τρία δάχτυλα μισοανοιχτά στον κόλπο της και με τα άλλα δύο να τσιμπάω και να μαλλάζω την κλειτορίδα της. Οι κραυγές της με τρόμαζαν και με καύλωναν, την έχυσα και δεν κουνήθηκα ρούπι. Τα χύσια μου μας ζέσταναναν… Γλίστρησα λίγο ακόμα μέσα της νωχελικά και άτονα κι ύστερα ξάπλωσα δίπλα της…

Αυτή ήταν μια και μοναδική φορά. Ομολογώ ότι ήταν το καλύτερο γαμήσι της ζωής μου. Γιατί αυτό ήταν ένα γαμήσι.

Μυστήριο πάντως από τότε έχουν περάσει πάνω από οχτώ μήνες με την Ανθή κάνουμε έρωτα κάθε μέρα σχεδόν κι είμαστε ξανά σαν τον πρώτο καιρό. Νιώθω τύψεις, μα και σιγουριά και ολοκλήρωση και βλέπω πολλά πράγματα πολύ καθαρά και κοφτερά. 

error: