Παρκαρε το πρασινο Νισαν μπροστα στην εισοδο του ξενοδοχειου εκει στην Καστελλα. Αν κι η ωρα κοντευε 9, ηταν ακομα σχεδοω μερα. «Γι αυτο μ’αρεσει το καλοκαιρακι. Μεγαλες, ζεστες μερες και νυχτες ολο υποσχεσεις» σκεφτηκε. Δε βγηκε αμεσως απο το αυτοκινητο. Εριξε πρωτα μια ματια γυρω της. Μπροστα στη εισοδο ενα γκρουπακι απο μεσοκοπους Αμερικανους, που μαλλον περιμεναν καποιο ταξι.
Μεσα απο το τζαμι διεκρινε ενα ζευγαρι μπροστα στην ρεσεψιον. Αναψε τσιγαρο. Φυσηξε το καπνο στο ανοιχτο παραθυρο, πριν κλεισει το τζάμι.
Ανοιξε την πορτα. Απο τον καθρεπτη βεβαιωθηκε οτι οι ‘χοντρομπαλαδες’ Αμερικανοι κοιταξαν προς το μερος της. Εβγαλε πρωτα το αριστερο ποδι στο πεζοδρομιο, ενω τεντωθηκε να πιασει το μικροσκοπικο τσαντακι της απο το καθισμα του συνοδηγου. Η κινηση αυτη δεν περασε καθολου απαρατηρητη απο τους ‘χοντρομπαλαδες’.
Δεν ηταν βεβαια δυνατον ενα μακρυ καλλιγραμμο ποδι να μη τραβηξει την προσοχη καθε αντρα! Προσεχτικα κρατωντας το τσιγαρο στις ακρες των δακτυλων του αριστερου χεριου της, εβγαλε και το αλλο ποδι και βγηκε εξω αργα και νωχελικα.
Κρατωντας την ακρη της πορτας, αγναντεψε για μερικα δευτερολεπτα τα διερχομενα αυτοκινητα. Μ’αυτον τον τροπο, ηθελε να δωσει την ευκαιρεια να θαυμασουν την λεπτη θεσπεσια κορμοστασια της και την ακριβη ζερσει μινι φουστα της, που μολις και μετα βιας εκρυβε τα ‘απαραιτητα’.
Εκλεισε την πορτα, πεταξε το μισοτελειωμενο τσιγαρο στο δρομο κι αφου μισοεσκυψε να κλειδωσει την πορτα, κινησε για την ρεσεψιον. Ο ηχος απο τα ψιλοτακουνα γοβακια της, στις καυτες πλακες του πεζοδρομιου, εσβυσαν σαν πατησε στην μοκετα του ξενοδοχειου.
«Ηρθα να παρω τον Δαντη. Ειναι εδω;» ρωτησε τον υπαλληλο.
«Εναι με το μεγαλο το αφεντικο, Μις Τζενη.» απαντησε ο υπαλληλος. «περαστε στο μπαρ να παρετε κατι και θα τον ειδοποιησω οτι εισαστε εδω».
Προχωρησε προς το μπαρ. Δεν ειχε πολυ κοσμο εκεινη την ωρα. Εκτος απο τον μπαρμαν και τον νεαρο σερβιτορο, ηταν κι εκεινο το ζευγαρακι που ηταν πιο πριν στην υποδοχη και αλλους τρεις μαλλον Αραβες και μ’ενα καρο χαρτια απλωμενα στο τραπεζι. Σκαρφαλωσε στο σκαμπω, κανωντας ετσι το μινι της ν’ανεβει ακομα ψηλοτερα και να γινει ακομα πιο αποκαλυπτικο.
Χωρις να κανει καμια προσπαθεια να το διωρθωσει παραγγειλε ενα Βοτκα-Τονικ κι εβγαλε να αναψει τσιγαρο. Ο νεαρος σερβιτορος σαν σιφουνας ετρεξε να της προσφερει την ‘φωτια’ του!. Σιγουρα θα ηθελε παρα πολυ να της προσφερει κατι αλλο, αν εκρινε καποιος απο το εξωγκομα του παντελονιου του!
«Αγαπη μου, ηρθες νωριτερα απ’οτι περιμενα!» ειπε ο Δαντης σιγανα στο αυτι της. «Βλεπω δεν αργησες καθολου να μαζεψης τους θαυμαστες γυρω σου» της ειπε χαμογελωντας και με μια μεγαλη δοση ικανοποιησης και υπερηφανιας, μιας κι ηταν αυτος που θα συνοδευε αυτο το 22χρονο μανουλι!
22 χρονων, γυρω στο 1,70 με κορμοστασια σαν την λαμπαδα! Το μικρο ολοστρογγυλο και σφριγηλο κωλαρακι της να κολαζει Αγιους! Τα μακρυα, υπεροχα ποδια της με την λευκη, απαλη επιδερμιδα και τα μακρυα καστανα μαλια της που πλαισιωναν ενα σχεδον παιδικο αλλα ταυτοχρονα προκλητικο προσωπο συμπληρωναν την εικονα της.
«Παω για ενα ντουζακι στα γρηγορα κι ερχομαι. Θες να ρθεις επανω, ή προτιμας να κατσεις εδω να τους αποτρελλανεις;» την ρωτησε.
«Θα κατσω» αποκριθηκε φυσωντας τον καπνο ψηλα, πανω απο το κεφαλι του.
Την φιλησε απαλα, ενω τα χερια του ανιχνευσαν για μερικα δευτερολεπτα τα ποδια της, αρκετα για να αφησει το ‘στιγμα’ της κυριαρχιας του, σ’οσους εβλεπαν.
Μιση ωρα αργοτερα περναγαν το κατωφλι του κλαμπ ‘1η Πραξη’.
Το αφεντικο τους υποδεχτηκε στην πορτα. Παλιοι και καλοι θαμωνες του μαγαζιου, δεν μπορουσαν να περασουν απαρατηρητοι.
«Θεε μου, τι κόμματος ειναι αυτος!» ειπε στην Τζενη. «Αποψε εχεις ξεπερασει εαυτον» συνεχισε. «Ελπιζω να μη βιαστητε να φυγετε αποψε. Για σενα και μονο θα διοργανωσω διαγωνισμο ’sexy legs’. Ο πρωτος γυρος δικος μου ειπε στον μπαρμαν»
Δεν χρειαστηκε να παραγγειλουν. Ενα διπλο Βοτκα-Τονικ για την Τζενη, ενα Μπακαρντι-κολα και λαιμ για να ξεδιψασει ο Δαντης και στο καπακι ενα διπλο Τζακ Ντανιελς με παγο..
Το βραδυ κυλησε με πολυ χορο, περισσοτερο ποτο και με τα χερια του Δαντη να κανουν ανασκαφες στο κορμι της. Οπως συνηθως κατω απο την μικροσκοπικη φουστα της, φοραγε μονο το αρωμα της, ενω τα μικρα στητα βυζακια της ηταν τελειως ελευθερα κατω απο το μεταξωτο μισοκουμπομενο πουκαμισακι της.
Ομως δεν ηταν μονο ο Δαντης που την κοιταγε και του τρεχανε τα σαλια. Ηταν κι αλλοι πολλοι αρσενικοι που ειχαν κολλησει τα ματια τους πανω της σαν τις βδελες.
Ηρθε η ωρα του διαγωνισμου. Απο τις καμια 20αρια που ανεβηκαν στη πιστα διαλλεξαν 10 για τον διαγωνισμο και μεσα σ’αυτες φυσικα και την Τζενη.
Αφου τις εβαλαν και χορεψαν, περπατησαν, χαϊδεψαν αισθησιακα τα ποδια τους και αλλα πολλα, προτειναν να τις ανεβασουν σε τραπεζια, για να μπορεσουν ταχα να εξετασουν τα ποδια οσο το δυνατον πιο εξωνυχιστικα.
Εβαλαν 4 μεγαλα ξυλινα τραπεζια στη μεση της πιστας και αρχισαν ν’ανεβαζουν τις κοπελιες μια-μια. Οταν εφτασαν στην Τζενη την επιασε απο τους γοφους, αντι απο την μεση να την σηκωσει με αποτελεσμα το μινι για πολυ λιγο μαζευτικε γυρω απο την μεση της. Το πολυ λιγο ηταν αρκετο για αυτους που ηταν κοντα να δουν οι μεν το κωλαρακι της, οι δε την κοντοκουρεμμενη ερωτικη φωλιτσα της!
Στο τελος της βραδυας οπως ηταν φυσικο κι οπως αλλωστε υποπτευεστε, η Τζενη κερδισε την πρωτη θεση που εκτος απο την κορδελα ειχε και μια σαμπανια και μερικες ακομα κερασμενες βοτκες και μπερμπονς .
Οταν εφυγαν απο το κλαμπ η ωρα ελεγε 3:15 το πρωι. «Παμε σπιτι;» τον ρωτησε.
«Εχω φτιαχτει παρα πολυ. Ελπιζω να εχεις κεφια αποψε!» του ειπε.
«Με σενα παντα εχω κεφια, σεξουλιαρα μου!» της απαντησε.
Μπηκανε στο Νισαν και πατησε γκαζι. Το αλκοολ εσταζε απο τα αυτια του, αλλα πιος εδινε σημασια σε τετοιες μικρολεπτομεριες.
Στο αυτοκινητο εριξε το καθισμα πισω, εβαλε το ενα ποδι της στο ταμπλω, το αλλο στη γωνια του παραθυρου και αρχισε να χαιδευεται και να παιζει με την κλειτοριδα της. Τα λιγοστα αυτοκινητα στον δρομο, μολις την περνανε χαμπαρι παταγανε το κλαξον μεχρι που χανονταν στο βαθος του δρομου.
Δεν πηγανε σπιτι ομως. Μιση ωρα αργοτερα παρκαριζε το αυτοκινητο σε μια παροδο της Ηπειρου λιγο πριν την οδο Πατησιων.
«Τι ηρθαμε να κανουμε εδω;» τον ρωτησε.
«Να δουμε τον Αντρεα» της αποκριθηκε. «Απο τοτε που εσπασε το ποδι του με το μηχανακι δεν τον εχω δει. 5 λεπτα και φευγουμε.»
Στην πραγματικοτητα ηθελε να τρεναρει λιγο ακομα τον οργασμο της. Ηξερε οτι οσο τον καθυστερουσε τοσο πιο δυνατο, βροντερο, σεισμογονικο παρον θα της εδινε οταν τελικα θα τον αφηνε να ξεχυθει απο μεσα της.
Πατησαν το κουδουνι αρκετες φορες ωσπου να τον ξυπνησουν και περιμεναν ακομα περισσοτερο ωσπου να τους ανοιξει την πορτα.
Ο Αντρεας μολις ειχε προλαβει να σκεπαστει με το σεντονι οταν μπηκαν στο διαμερισμα και εκλεισαν τη πορτα πισω τους.
Μετα τα συνιθισμενα, ‘πως απο δω’ και ‘τι κανεις’, ‘καλα’, του ειπαν για τις φασεις που εγινα στο κλαμπ.
«Δηλαδη; Δεν φορας τιποτα απο κατω;»τη ρωτησα ταχα σαν να μη το πιστευε.
‘Οχι. Κοιτα!» του λεει και με μιας σηκωνει την μινι οσο επαιρνε και κανει μια στροφη, να του δειξει τα προσοντα της!.
«Εισαι και η πρωτη» της ειπε. «Αλλα ισως θα ηταν καλλιτερα αν το ξυριζες τελειως»
«Δεν χρειαζεται ξυρισμα» του ειπε, «ειναι τοσο απαλο που ουτε καν γαργαλαει»
«Ε! Αυτο πια δεν το πιστευω» ειπε ο Αντρεας κλεινοντας το ματι στον Δαντη.
Η Τζενη κοιταξε για μια στιγμη τον Δαντη, σαν να ηθελε να παρει την συγκαταθεση του, ή να δει τις προθεσεις του.Της χαμογελασε σαν να της εδινε το ΟΚ.
Η Τξενη πλησιασε αργα το κρεββατι που ηταν μισοξαπλωμενος ο Αντρεας. Εβαλε το δεξι ποδι της στο κρεββατι και αργα-αργα ανασηκωσε τη φουστα της μεχρι την μεση της.
«Δες και μονος σου» του ειπε.
Αυτος χωρις δισταγμο απλωσε το χερι του και τοχωσε αναμεσα στα μπουτια της. Δεν τον πολυενδιεφερε το απαλο του τριχωματος, οσο εκεινα τα ροδαλα, υγρα μουνοχειλακια που φανταζαν προκλητικα μπροστα στα γουρλωμενα για σεξ ματια του. Τα αγγιξε απαλα και αμεσως ενοιωσε τον ερωτικο χυμο της να κυλαει στα δακτυλα του. Τραβηξε το χερι του και εγλυψε τα δακτυλα του. Η Τζενη δεν κουνηθηκε απο την θεση της. Περιμενε. Ξαναπλωσε το χερι του κι αυτη την φορα εχωσε το μεσαιο δακτυλο στο καταμουσκεμμενο μουνακι της ενω με τον αντιχειρα, εψαχνε για την κλειτοριδα της.
Οχι οτι δηλαδη ηταν και δυσκολο να την βρει, ετσι σκληρη που ητανε απο τον ξεφρενο ερωτικο παραξυσμο που την κατακυριευε….
Η Τζενη αφησε ενα πνιχτο βογγητο και γυρισε πανω απο τον ωμο της να δει τον Δαντη. Δεν μπορεσε να συναντησει το βλεμμα του μιας και κεινη την στιγμη προσπαθουσε εναγωνιως να ‘τακτοποιησει’ το εργαλειο του που κοντευε να ανοιξει τρυπα στο λινο παντελονι του.
Με την ακρη του ματιου της ομως ειδε το αριστερο χερι του Αντρεα κατω απο το σεντονι να εχει χουφτωσει εκεινο το ροπαλο του μπεϊζ μπολ που ειχε για καυλι.
Δεν αντεξε αλλο! Ετσι την επομενη φορα που ο Αντρεας τραβηξε το χερι του απο το μουνι της, για να γλυψει τον χυμο της απο τα δακτυλα του, εβγαλε τα στιλετο, κι ανεβηκε στο κρεββατι. Με τη μινι να ειναι ακομα τυλιγμενη γυρω απο την μεση της, το μουνι της και το κωλαρακι της δοθηκαν μεγαλοπρεπεστατα στην κοινη θεα των δυο αντρων, που συνεπαρμενοι απο την εξεληξη ειχαν μεινει αφωνοι κι ανημποροι ν’αντιδρασουν.
Η Τζενη προσεχτικα για να μη πατηση πανω στο γυψαρισμενο ποδι, σταθηκε στη μεση του κρεββατιου, εχοντας τον Αντρεα, κυριολεχτικα αναμεσα στα ποδια της.
Σιγα-σιγα κατεβηκε ωσπου ενοιωσε το ετοιμο να εκραγη καυλι του Αντρεα αναμεσα στα μπουτια της. Τελικα γονατισε και εκατσε πανω του. Τωρα πια μονο το λεπτο σεντονακι διαχωριζε τα δυο κορμια.
Η Τζενη αρχισε να κινηται ρυθμικα πανω-κατω. Τα μπουτια της πιεζαν τα πλευρα του Αντρεα, το μουνι της ηταν ακριβως πανω στο καυλι του και τα χερια της να παιζουν με τις ρωγες της.
Ηταν σαν, νοιωθωντας ενοχη που τον ειχε φτασει σε τετοιο ερωτικο παροξυσμο νωριτερα,να ηθελε να τον ανακουφισει, τραβοντας του μαλακια με το μουνι της, αλλα ταυτοχρονα να κρατησει και τα προσχηματα, εχοντας το σεντονι αναμεσα τους.
Ο οργασμος του Αντρεα δεν αργησε να φτασει. Μ’ενα μακροσυρτο βογγητο που προσπαθουσε να σκεπασει απο τους λεπτους τοιχους των διπλανων διαμερισματων, αφησε το σπερμα του να κυλησει πανω στην κοιλια του, κανοντας εναν τεραστιο λεκε στο σεντονι.
Η Τζενη συνεχισε τον ρυθμικο κουνημα της σαν να ηθελε να τον στραγγιξει τελειως. Οταν τελικα οι παλμοι του Αντρεα αρχισαν να επανερχονται στον κανονικο τους ρυθμο, πεταξεται επανω, παει γρηγορα μεχρι την τουαλετα και γυριζει αμεσως με το χαρτι υγειας. Το πεταει προς το μερος του Αντρεα, αρπαζει τα στιλετος, και τα κλειδια απο το τραπεζι και σχεδον διαταζει τον Δαντη: «Παμε».
Φτασανε στο αυτοκινητο. Η ωρα κοντευε 4:30. Η κινηση ηταν λιγοστη σ’αυτον τον δρομο. Αν και δεν ηταν πλεον νυχτα οι σκιες απο τις πολυκατοικιες και τα δεντρα ανακατευονταν με τι φιγουρες των ανθρωπων.
Ανοιξε το αυτοκινητο και τον εσπρωξε στο πισω καθισμα. Μπαινοντας μεσα κι αυτη πατησε τις ασφαλειες. Ως δια μαγειας του εβγαλε εξω το καυλι και πριν καν φερει αντιρρησεις ειχε κατσει πανω του, βυθιζοντας το στο γεματο ερωτικη λαβα μουνι της, που διψαγε για ερωτα και εκλιπαρουσε για τον ερχομο της απωτατης ερωτικης ηδονης!
«Μη τολμησεις να χυσεις» τον διεταξε. «Οχι γλυκεια μου, εσυ πρωτα» της απαντησε. Αλλα αλλο να το λες κι αλλο να το κανεις. Στο μυαλο του σαν ταινια περασαν ολα τα γεγονοτα της βραδυας αυτης, και μολις εφτασε στην σκηνη με την Τζενη καθισμενη πανω στο καυλι του Αντρεα,εστω κι αν το σεντονι εμποδιζε την ολοκληρωτικη επαφη, δεν μπορεσε να το κρατησει αλλο και της τα εδωσε ολα. Δεν κρατησε τιποτα πισω. Η λεκανη του πεταχτηκε με μιας τοσο ψηλα και τοσο δυνατα, που εκανε το κεφαλι της να χτυπησει στον ουρανο του αυτοκινητου. Η Τζενη κοντευε κι αυτη μα ηξερε οτι οσο κιαν προσπαθουσε να κρατησει το καυλι του μεσα της, δεν θα προλαβαινε.
Ανασηκωθηκε. Εξω 1-2 περαστικοι σταματησαν αν δουν τι τρεχει. Δεν τους εδωσε σημασια. Εσπρωξε τον Δαντη ανασκελα στο καθισμα, περασε το ενα γονατο πισω απο το κεφαλι του κια αφου εφερε το μουνι της πανω απο το στομα του, τον ικετεψε:
«Γλυψε με σε παρακαλω, κοντευω!» Δεν θα μπορουσε να μην υποκυψει στην εκκληση της. Αφου προσπαθησε διακριτικα και γρηγορα να ξεφορτωθει οσο το δυνατον περισσοτερα απο τα χυσια του, πριν χωσει την γλωσσα του μεσα της, αρχισε να την γλυφει. Μια στην κλειτοριδα, μια στα χειλη, μια στον κολπο. Ενοιωσσε το κορμι της να σπαρταραει σαν ψαρι στην στερια. Συνεχισε να βυζαινει την κλειτοριδα και μετα να την μαστιγωνει με την γλωσσα, να πιπιλαει τα μουνοχειλακια της και να βυζαινει τα υγρα του κολπου της που ανακατωμενα με το υπολοιπο απο το δικο του σπερμα ανεδιδαν μια νεα Αφροδισιακη γευση και οσμη.
Η κραυγη της θα πρεπει να ακουστηκε ισαμε 2 τετραγωνα και απο τον 1ο ως τον τελευταιο οροφο καθε πολυκατοικιας. Η λεκανη της με τη συσπαση που ακολουθησε τον οργασμο της επεσε σαν γροθια στο σαγωνι του Δαντη, που ακουσε τα δοντια του να τριζουν.
Εμειναν ετσι για μερικα δευτερολεπτα. Οι 2-3 περαστικοι ειχαν πλυθηνει και η νυχτα πια ανηκε στο παρελθον. Με κοπο ο Δαντης καταφερε να την βγαλη απο πανω του.
Ευτυχως βρηκε τα κλειδια αμεσως και χωρις να ανοιξει πορτα ή παραθυρα περασε μπροστα κι εβαλε μπρος την μηχανη.
Η Τζενη γυμνη στο πισω καθισμα, ουτε που προσπαθησε να κουνηθει απο την θεση της. Ευτυχως που σημερα ηταν Κυριακη και η κινηση στους δρομους μηδαμινη.
Φτασανε στο σπιτι σε λιγοτερο απο 20 λεπτα και να που ηταν τυχεροι και βρηκαν θεση να παρκαρουν λιγο πριν την εισοδο της πολυκατοικιας. Η Τζενη κοιμοταν στο πισω καθισμα.
Εριξε μια ματια γυρω του. Δεν κουνιοταν φυλλο, αλλα επρεπε να βιαστει. Μαζεψε τα ρουχα της, την τραβηξε εξω απο το αυτοκινητο και την πηρε ετσι γυμνη αγγαλια και την ανεβασε ‘τρεχοντας’ στον 1ο οροφο.
«Ουφ! Ευτυχως που δεν μας πηρε κανεις χαμπαρι» σκεφτηκε ο Δαντης.
Αλλα… ετσι νομιζε……!
Κοντευε 10 το πρωι την ωρα που περναγαν την γεφυρα του Ισθμου. Σταματησανε στην ακρη και γυρισαν πισω να βγαλουν μερικες φωτογραφιες τυπου: ‘ημουν κι εγω εκει’. Επεστρεψαν στο αυτοκινητο μονο και μονο για να σταματησουν λιγο πιο κατω. Παρ’ολο που κανεις τους δεν πειναγε, η μυρουδια απο το ‘3λιπος – 2 κρεας’ παραδοσιακο Κορινθιακο σουβλακι, τους ανοιξε την ορεξη.
Αν και ηταν ακομα νωρις, ο ηλιος εκαιγε για τα καλα. Λιγοστα τα αυτοκινητα εκεινη την ωρα και μονο ενα πουλμαν ηταν σταματημενο στην απεναντι μερια του δρομου.
Βγηκαν απο το αυτοκινητο και τεντωθηκαν και δυο νωχελικα. Οι αχτινες του ηλιου διαπερνουσαν το λεπτο πρασινο φορεμα της, κανοντας τις υπεροχες γραμμες των ποδιων της, ακομα πιο προκλητικες. Το ριχτο φορεμα της με τον αποκαλυπτικο ντεκολτε, εφτανε μεχρι τα γονατα κι ειχε 6 κουμπια. Απο αυτα μονο τα 4 πρωτα ηταν κουμπομενα.
Ο Δαντης περιμενε μπας κι ερθει καμια πνοη του ανεμου ν’ανοιξει το φορεμα λιγο και να φανερωσει την γλυκεια,βελουδινη και τοσο ερωτικη σαρκα των μηρων της.
Απογοητευμενος με τον καιρο τραβηξε για τα σουβλακια.
«5 ξυλακια» ειπε οταν ηρθε η σειρα του. Πληρωσε και γυρισε κοντα της. Η Τζενη ανασηκωθηκε απο τον καπο του Νισαν οπου ηταν μισοξαπλωμενη με τα χερια στην εκταση. Της προσφερε 2 σουβλακια.
«Βγαλε τα ξυγκια αν θες» της ειπε.
«Θελω παγωτο χωνακι» ηρθε η απαντηση. «Να! Εκει απεναντι πουλανε!»
Φαγανε τα σουβλακια κι αναψανε τσιγαρο.
Περασαν απεναντι να αγορασουν παγωτα. Ο Δαντης εμεινε πισω να πληρωσει. Οταν γυρισε η Τζενη προπορευοταν 2-3 μετρα. Η λικνιστη κορμοστασια της εκανε το αιμα του να βραζει. Ενοιωθε τα μηνιγγια του να φουντωνουν.
«Αν αυτο το θεσπεσιο πλασμα δεν ηταν δικο μου ή αν δεν μπορουσα να το αποκτησω σιγουρα θα εκοβα τις φλεβες μου» σκεφτηκε. «ευτυχως ομως ειναι δικια μου, γιατι ειμαι ακομα νεος» χαμογελασε.
Η Τζενη αισθανθηκε το βλεμμα του καρφωμμενο πανω της. Λικνισε το κορμι της ακομα πιο πολυ. Ηξερε οτι ετσι τον εφτιαχνε κατακορυφα. Μολις εφτασε απεναντι εσκυψε δηθεν να βγαλει καποιο χαλικακι απο τις σαγιοναρες της. Ο απαλος ουριος ανεμος εσπρωξε το φορεμα αναμεσα στους γλουτους της. Φυσικα δεν φοραγε τιποτα αλλο απο κατω. Ποτε δεν τις αρεσε να φοραει εσωρουχα!
«Αυτο θα τον κανει να θελει να πεσει με τα μουτρα στο ‘φαϊ’» σκεφτηκε, και δεν ειχε καθολου αδικο. Ανασηκωθηκε φυλακιζοντας το φορεμα αναμεσα στη πανεμορφη χαραδρα των καλοσχηματισμενων γλουτων της. Συμμετρικα σφαιρικοι κι ελαφρια ανασηκωμενοι, αναπηδουσαν ελευθεροι κατω απο το διαφανες φορεματακι της.
Οταν ο Δαντης εφτασε κοντα της εβγαλε την γλωσσα της επιδεκτικα και εγλυψε την λορυφη του παγωτου. Πρωτα την περασε ελαφρια απο πανω ωστε το κατω μερος της γλωσσας ν’αγγιξει το παγωτο πριν την στριφογυρισει κυκλικα και τελικα να το βαλει ολο στο στομα της με μια λαγνα κινηση.
Πλεον δεν ηταν μονο οι φλεβες των κροταφων του Δαντη που φουσκωναν. Το αιμα αρχισε να κυλα και να γεμιζει κι ενα αλλο ζωτικο του οργανο!
Οταν εφτασαν στο αυτοκινητο ειδαν αλλα 2-3 παρκαρισμενα γυρω-γυρω μα κανεναν μεσα. «’Η για σουβλακια ή για φωτογραφιες» μονολογησε ο Δαντης.
Η Τζενη ακουμπησε στην πορτα του Νισαν. Το δεξι της ποδι το ακουμπισε χαμηλα στην πορτα κανοντας το φορεμα να ανοιξει και να πεσει δεξια κι αριστερα απο τον αφρατο μηρο της. Ο Δαντης ειχε κολλησει το βλεμμα του πανω της και την ‘ετρωγε’ με τα ματια του. Τον φανταζοτανε γονατισμενο μπροστα της με το ενα ποδι της περασμενο πισω απο την πλατη τουμ να γλυφει εκεινο το ζουμερο αισθησιακο αιδοιο και να την φερνει σε κατασταση ερωτικου παροξυσμου πριν την γυρισει και την παρει πισωκολλητα, εκει στη μεση του δρομου!
Σαν να διαβασε την σκεψη του, η Τζενη ακουμπισε τη δεξια παλαμη της στην κοιλια της και χωρις να αφησει απο τον βλεμμα της τον Δαντη, αρχισε να το κατεβαζει ‘νοτιως’. Μολις η βαση της παλαμης εφτασε στον αφαλο της πιεσε με το μεσαιο δακτυλο την κορυφη της ερωτικης φωλιας της και εκανε την κλειτοριδα της να δηλωσει ‘παρον’ σ’αυτο το ερωτικο παιχνιδι.
Συνεχισε με μικρες κυκλικες κινησεις να χαϊδευεται και να ερεθιζει τον Δαντη αλλα περισσοτερο την ιδια.
Εκεινη την στιγμη περασε αναμεσα τους μια μαμα κρατωντας ενα μωρο στην αγγαλια της. Κατι μουρμουρισε για την σκηνη που αντικρυσε, αλλα συνεχισε χωρις δευτερη ματια. Ο αντρας της ομως που ακολουθουσε κοντοσταθηκε για μια στιγμη, για να βεβαιωθει οτι αυτο που εβλεπε δεν ηταν αντικατοπτρισμος, ουτε ονειρο. Η Τζενη πηρε για μια στιγμη το βλεμμα της απο τον Δαντη, κοιταξε τον αντρα στα ματια και εβγαλε ενα πνιχτο βογγητο. Το προσωπο του ξαφνικα κατακοκκινισε και γυρισε να προλαβει την γυναικα του που εμπαινε ηδη το αυτοκινητο.
Ο Δαντης αναψε τσιγαρο. «κατω απο το φορεμα» της ειπε σχεδον ψιθυριστα μιας και το λαρυγγι του ειχε δεθει κομπος απο αυτα που συνεβαιναν.
Η Τζενη κοιταξε το μισοτελειωμενο και σχεδον λοιωμενο παγωτο της. Πριν το αφησει να πεσει στο χωμα επιασε με την ακρη της γλωσσας της μια σταγωνα και αργα-αργα την ελειψε κυκλικα στα χειλη της.
Ακουμπησε περισσοτερο τους ωμους της στη πορτα του αυτοκινητου, προεταξε οσο μπορουσε την λεκανη της και ανοιξε λιγο ακομα τα ποδια να εχει καλλιτερη ισορροποια. Αργα-αργα ξεκουμπωσε αλλα δυο κουμπια απο το φορεμα της.
Με αργες μεθοδικες κινησεις ‘φυλακισε’ κατω απο τον αριστερο καρπο της τη μια πτυχη του διαφανου υφασματος και μετα εκανε το ιδιο με το δεξι.
Η φινα σαρκα της απο την μεση σχεδον και κατω ειχε παραδωθει εξ ολοκληρου στις καυτες αχτινες του ηλιου. Με τα δακτυλα του αριστερου χεριου τραβηξε τα υγρα χειλακια του αιδοιου της, ωσπου φανηκε το ροδαλο εσωτερικο της ερωτικης φωλιας της.
Ακομα κι απο κει που ηταν ο Δαντης μπορουσε να δει τον διαφανο χυμο της που ειχε γευτει τοσες και τοσες φορες. Ισιωσε το εργαλειο του κατω απο το σορτσακι. Το τσιγαρο που εκαιγε μονο του, τον εκανε ξαφνικα να αναπηδησει μιας και η καυτρα ειχε φτασει στα δακτυλα του. Το πεταξε κι αμεσως εγλυψε εκει αναμεσα στα δακτυλα που τον ειχε καψει το τσιγαρο. Ασυναισθητα στο μυαλο του ηρθανε εικονες και γευσεις απο τις ερωτικες περιπτυξεις του με την Τζενη. Τα δακτυλα του για μερικες στιγμες εγιναν τα φλογερα χειλακια του κολπου της και το σαλιο του, ο χυμος της. Με το αλλο χερι του ετριψε δυνατα τη γεματη αιμα σαρκινη μαζα που συνεχως μεγαλωνε, σαν να ηθελε να την ξεφορτωθει. Ειχε πια αρχισει να ποναει και δεν φαινοταν στον οριζοντα τροπος να τον καταπραϋνει.
Η Τζενη απεναντι του σαλιωσε επιδεκτικα το μεσαιο δακτυλο του δεξιου χεριου της πριν το βυθισει στον κολπο της. Με το αριστερο συνεχιζε να τριβει κυκλικα την κλειτοριδα της. Καθε τοσο και λιγακι εφερνε τα δακτυλα της στο στομα της να γλυψει τον χυμο της και να τα ριξει αμεσως μετα στη δουλεια. Μια στην κλειτοριδα, μια στα χειλη, μια μεσα στον κολπο.
Ο χρονος ειχε πια σταματησει. Ο κοσμος δεν υπηρχε γι αυτην. Ουτε που ακουσε την κοπελια να ειδοποιει την παρεα της: «βρε σεις για δες τε τι γινεται εκει!»
4-5 νεαρα προσωπα φανηκαν πισω απο ενα σταματημενο αυτοκινητο και εμειναν εκει για ωρα πολλη απολαμβανοντας το ερωτικο θεαμα που τους προσφεροταν τελειως δωρεαν και αναπαντεχα.
Ουτε πηρε χαμπαρι το πουλμαν που οπως εκανε στροφη να γυρισει πισω περασε σχεδον διπλα απο το Νισαν. Αρκετοι απο τους εκδρομεις σιγουρα θα ευχονταν να τους πιασει λαστιχο, ωστε να εχουν την ευκαιρεια να δουν περισσοτερα. Ομως του κάκου! Το πουλμαν συνεχισε το ταξειδι του…!
Ο Δαντης ηξερε οτι κοντευε πια να φτασει στον οργασμο της. Ειχε πλεον κλεισει τα ματια της και απο το μισανοιχτο στομα της εβγαιναν μικρα βογγητα, που οσο περναγαν τα δευτερολεπτα γινονταν ολο και πιο συχνα, ολο και πιο δυνατα. Τα δακτυλα της δουλευαν ασταματητα. Που καιρος να γλυψει πλεον τους αισθησιακους χυμους της. Οι παλμοι της καρδια της εγιναν συχνοτεροι και η ανασα της λαχανιασμενη. Αρχισε να ψιθυριζει «χυνω-χυνω». Οι ψιθυροι ομως αρχισαν να γινονται δυνατοτεροι και στο τελος με μια κραυγη ανακουφησεως, τεντωσε το κορμι της σε μια υπερφυσικη καμαρα με την λεκανη της ν’αντικρυζει σχεδον τον ουρανο και κραυγασε αρκετα δυνατα «χυνω για σενα μωρο μου!»
Τα παλαμακια που ακουστηκαν πισω απο το παρκαρισμενο αυτοκινητο των νεαρων την εφερε στη πραγματικοτητα. Προτεινε τα υγρα δακτυλα της στον Δαντη που τα εγλυψε σαν να ηταν το Νεκταρ της Ζωης.
Ξεκουμπωσε και τα τελευταια δυο κουμπια του φορεματος πριν μπει στο αυτοκινητο.
Το κορμι της ηταν λουσμενο στον ιδρωτα και στα μπουτια της κυλουσαν οι Αφροδισιακοι χυμοι, προϊοντα ενος σεισμογονικου οργασμου.
«Παμε παραλια;» ειπε στον Δαντη καθως αναβε το τσιγαρο και φοραγε τα σκουρα γυαλια του ηλιου…….