http://sexandmia.blogspot.com/
Ο Β. ήταν ένας Ισπανός, μελαχρινός με πράσινα μάτια και φλογερό ταπεραμέντο. Είχαμε συμφωνήσει να βρισκόμαστε περιστασιακά για να με ‘εκπαιδεύσει’ και να με ‘χρησιμοποιεί’. Με ικανοποιούσε ο πόθος που έβλεπα στα μάτια του κάθε φορά που βρισκόμασταν, αλλά περισσότερο από όλα με ερέθιζε η σκέψη του που δεν είχε όρια. Κάποια στιγμή μου ζήτησε να τον ακολουθήσω σε ένα επαγγελματικό ταξίδι στο Manchester, όπου θα περνούσε ένα βράδυ σε κάποιο ξενοδοχείο στο κέντρο της πόλης.
Η ιδέα μου φάνηκε ενδιαφέρουσα. Θα μπορούσαμε για μια φορά να κάνουμε όσο θόρυβο θέλουμε, αφού ούτως ή άλλως δε θα μας ήξερε κανείς. Κατά τη διάρκεια της ημέρας θα τακτοποιούσε της δουλειές του κι εγώ θα έκανα βόλτες στην πόλη, ενώ το βράδυ θα βρισκόμασταν στο ξενοδοχείο για να τον υπηρετήσω.
Οι ώρες από τη στιγμή που χωριστήκαμε στο τρένο ως το απογευματινό μας ραντεβού φαινόταν ατελείωτες. Έφτασε κάποια στιγμή το απόγευμα και πήγα στο ξενοδοχείο. Εκεί μου είχε πει να κάνω μπάνιο, να αρωματιστώ και να βαφτώ και να τον περιμένω ντυμένη με τα εσώρουχα και γονατιστή γύρω στις 6. Δεν άργησε ούτε λεπτό. Ακούγοντας το κλειδί να γυρίζει, η καρδιά μου έχασε έναν χτύπο.
Πήρε τον χρόνο του και με πλησίασε όταν είχε πια πλύνει τα χέρια του και είχε βάλει ένα ποτό από το mini bar. Κάθησε στην πολυθρόνα, αυτό ήταν το μόνο που μπόρεσα να αντιληφθώ από τις κινήσεις του. Και τότε ακούστηκε η φωνή του: “Σήκω και βγάλε το σουτιέν σου. Αργά.” Υπάκουσα. Τον άκουσα να πλησιάζει και να ρουφάει τις ρώγες μου λαίμαργα πριν τις δέσει με τα κλιπ. Ένιωσα αμέσως έναν ακαριαίο πόνο, αλλά δεν έβγαλα κανένα ήχο. Ήξερα ότι αν αντιδρούσα με περίμεναν χειρότερα.
Μετά από λίγο με σήκωσε από τα μαλλιά. Τα φώτα του δωματίου ήταν χαμηλά και οι κουρτίνες βαριές. Έξω μόλις είχε νυχτώσει, αλλά ένα τεράστιο παράθυρο κάλυπτε όλο τον εξωτερικό τοίχο. Τραβώντας με απαλά από την αλυσίδα που κρεμόταν από τις ρώγες μου, με έφερε γονατιστή μπροστά στο παράθυρο που ξεκινούσε από το ύψος του λαιμού μου. Ο δρόμος από κάτω ήταν σχετικά απόμερος, αλλά οι περαστικοί δε σπάνιζαν.
Με άφησε για λίγη ώρα εκεί γονατιστή με τα χέρια δεμένα να κοιτάω έξω από το παράθυρο κι εγώ αναρωτιόμουν τι σχεδίαζε. Κάποια στιγμή, χαμήλωσε και άλλο τα φώτα και τράβηξε τελείως τις κουρτίνες, έτσι ώστε όλο το δωμάτιο να είναι εκτεθειμένο στα βλέμματα του δρόμου.
Τότε μου έδεσε ξαφνικά τα μάτια και με σήκωσε όρθια με βία. Τα στήθη μου πλέον ήταν σε κοινή θέα και με μια γρήγορη κίνησή του ακούμπησαν στο κρύο τζάμι. Η καρδιά μου πια πήγαινε να σπάσει. Άκουγα και τον παραμικρό θόρυβο από το δρόμο με τον φόβο ότι κάποιος μπορεί να πλησιάσει. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά μου έβγαλε το στρινγκ μου και μου το εβαλε στο στόμα σαν φίμωτρο, ενώ έσφιξε κι άλλο τις χειροπέδες. Μετά σιωπή. Και μέσα στο δωμάτιο και έξω.
Για λίγο καιρό είχα αποφασίσει να μην πειραματιστώ με άλλους Κυρίους. Ο Β, ο πρώτος άντρας τον οποίο υπηρέτησα ως αντικείμενο, ήταν ένας όμορφος Ισπανός, μελαχρινός με πράσινα μάτια και φλογερό ταπεραμέντο. Είχαμε συμφωνήσει να βρισκόμαστε περιστασιακά για να με ‘εκπαιδεύσει’ και να με ‘χρησιμοποιεί’. Με ικανοποιούσε ο πόθος που έβλεπα στα μάτια του κάθε φορά που βρισκόμασταν, αλλά περισσότερο από όλα με ερέθιζε η σκέψη του που δεν είχε όρια. Κάποια στιγμή μου ζήτησε να τον ακολουθήσω σε ένα επαγγελματικό ταξίδι στο Manchester, όπου θα περνούσε ένα βράδυ σε κάποιο ξενοδοχείο στο κέντρο της πόλης.
Η ιδέα μου φάνηκε ενδιαφέρουσα. Θα μπορούσαμε για μια φορά να κάνουμε όσο θόρυβο θέλουμε, αφού ούτως ή άλλως δε θα μας ήξερε κανείς. Κατά τη διάρκεια της ημέρας θα τακτοποιούσε της δουλειές του κι εγώ θα έκανα βόλτες στην πόλη, ενώ το βράδυ θα βρισκόμασταν στο ξενοδοχείο για να τον υπηρετήσω.
Οι ώρες από τη στιγμή που χωριστήκαμε στο τρένο ως το απογευματινό μας ραντεβού φαινόταν ατελείωτες. Έφτασε κάποια στιγμή το απόγευμα και πήγα στο ξενοδοχείο. Εκεί μου είχε πει να κάνω μπάνιο, να αρωματιστώ και να βαφτώ και να τον περιμένω ντυμένη με τα εσώρουχα και γονατιστή γύρω στις 6. Δεν άργησε ούτε λεπτό. Ακούγοντας το κλειδί να γυρίζει, η καρδιά μου έχασε έναν χτύπο.
Πήρε τον χρόνο του και με πλησίασε όταν είχε πια πλύνει τα χέρια του και είχε βάλει ένα ποτό από το mini bar. Κάθησε στην πολυθρόνα, αυτό ήταν το μόνο που μπόρεσα να αντιληφθώ από τις κινήσεις του. Και τότε ακούστηκε η φωνή του: “Σήκω και βγάλε το σουτιέν σου. Αργά.” Υπάκουσα. Τον άκουσα να πλησιάζει και να ρουφάει τις ρώγες μου λαίμαργα πριν τις δέσει με τα κλιπ. Ένιωσα αμέσως έναν ακαριαίο πόνο, αλλά δεν έβγαλα κανένα ήχο. Ήξερα ότι αν αντιδρούσα με περίμεναν χειρότερα.
Μετά από λίγο με σήκωσε από τα μαλλιά. Τα φώτα του δωματίου ήταν χαμηλά και οι κουρτίνες βαριές. Έξω μόλις είχε νυχτώσει, αλλά ένα τεράστιο παράθυρο κάλυπτε όλο τον εξωτερικό τοίχο. Τραβώντας με απαλά από την αλυσίδα που κρεμόταν από τις ρώγες μου, με έφερε γονατιστή μπροστά στο παράθυρο που ξεκινούσε από το ύψος του λαιμού μου. Ο δρόμος από κάτω ήταν σχετικά απόμερος, αλλά οι περαστικοί δε σπάνιζαν.
Με άφησε για λίγη ώρα εκεί γονατιστή με τα χέρια δεμένα να κοιτάω έξω από το παράθυρο κι εγώ αναρωτιόμουν τι σχεδίαζε. Κάποια στιγμή, χαμήλωσε και άλλο τα φώτα και τράβηξε τελείως τις κουρτίνες, έτσι ώστε όλο το δωμάτιο να είναι εκτεθειμένο στα βλέμματα του δρόμου.
Τότε μου έδεσε ξαφνικά τα μάτια και με σήκωσε όρθια με βία. Τα στήθη μου πλέον ήταν σε κοινή θέα και με μια γρήγορη κίνησή του ακούμπησαν στο κρύο τζάμι. Η καρδιά μου πια πήγαινε να σπάσει. Άκουγα και τον παραμικρό θόρυβο από το δρόμο με τον φόβο ότι κάποιος μπορεί να πλησιάσει. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά μου έβγαλε το στρινγκ μου και μου το εβαλε στο στόμα σαν φίμωτρο, ενώ έσφιξε κι άλλο τις χειροπέδες. Μετά σιωπή. Και μέσα στο δωμάτιο και έξω.