Η απόλυτη καύλα με δύο καυτές σαραντάρες

Φίλοι μου σας χαιρετώ. Θα σας διηγηθώ μια πέρα για πέρα αληθινή ιστορία που μου έχει αλλάξει τη ζωή εδώ και τρία χρόνια τώρα. Είμαι 43 χρονών, παντρεμένος, αλλά η γυναίκα μου, συνομήλικη, αν και πολύ καλός άνθρωπος στερείται πλήρους επιθυμίας για σεξ τα τελευταία έξι – επτά χρόνια, ότι κι αν έχω κάνει για να την παρακινήσω. Πριν τέσσερα χρόνια λοιπόν, γνώρισα μια γυναίκα τη Μαίρη, παντρεμένη κι αυτή, αλλά πολύ κακογαμημένη και τρελή για πούτσο. Τρελαίνεται να τη γλείφω με τις ώρες κι όταν δεν αντέχει άλλο από την καύλα να τη γαμάω για πολλή ώρα (μπορώ να κρατιέμαι για πάνω από μια ώρα πολλές φορές) και να χύνει συνέχεια. Μπορεί να χύνει μέχρι και δέκα – δεκαπέντε φορές σε δύο ώρες! Κάτι τέτοιο δε μου είχε ξανατύχει. Μπορεί να μην το πιστεύουν πολλοί – κι εγώ αν δε το είχα ζήσει δε θα το πίστευα – αλλά είναι 100% έτσι. Γι’ αυτό κι εγώ κόλλησα μαζί της.

Η Μαίρη έχει έναν άντρα πουτσαρά (μιλάμε για παλαμάρι 20-21 πόντους, μου έχει δείξει φωτογραφία) αλλά δυστυχώς χύνει αμέσως. Ούτε ένα λεπτό δε μπορεί να τη γαμήσει κι έτσι για είκοσι χρόνια (είναι 42 τώρα) ήταν αγάμητη ουσιαστικά.

Όταν την πήδηξα για πρώτη φορά, έχυνε συνέχεια και από τότε (τέσσερα χρόνια τώρα) τη γαμάω όποτε μπορώ και δεν σταματάει να χύνει. Ωστόσο έμαθε χοντρά τον πούτσο και θέλει κι άλλο. Έτσι συζητάμε για παρτούζα και χύνουμε σαν τρελοί στην πιθανότητα παρουσίας ενός τρίτου ατόμου στα γαμήσια μας.

Η ιστορία που θα σας διηγηθώ έγινε πριν τρία χρόνια περίπου και ήταν η αρχή για την είσοδό μου στο κόσμο της παρτούζας. Η Μαίρη συζήταγε με τη φίλη της την Εύα (βυζαρού 43 ετών) για τις επιδόσεις μας στο γαμήσι.

Αυτή, κακογαμημένη μετά από δεκάξι χρόνια γάμου, με άντρα 55άρη που δεν τη γαμάει καθόλου, δεν πίστευε ότι μπορώ να γλείφω και να πηδάω στην ηλικία μου για μία – δύο ώρες χωρίς να χύνω και να είμαι και πάλι οπλισμένος μετά (βέβαια με μια γυναίκα σαν τη Μαίρη αυτό μάλλον είναι εύκολο για τον καθένα).

Έτσι η Μαίρη της είπε να έρθει σε μια συνάντησή μας και να δει. Και οι δύο τροφαντές με βυζάρες και κωλάρες για χοντρά χυσίματα. Σημειωτέον η Εύα δεν με είχε ξαναδεί ποτέ πριν, ενώ εγώ είχα δει φωτογραφίες από τη Μαίρη.

Βρεθήκαμε στο γνωστό μας μέρος. Εγώ φόραγα ένα στενό τζιν, ενώ κι οι δύο γκόμενες είχαν μπλούζες με αβυσσαλέα ντεκολτέ για να δείχνουν τις βυζάρες τους, που είναι και αδυναμία μου, και στενά τζινάκια που αναδείκνυαν τις τροφαντές τους κωλάρες.

Μετά τις αρχικές συστάσεις αρχίσαμε τα ποτάκια και συζητήσεις για γαμήσια και πούτσες. Η Εύα μας είπε ότι έχει να γαμηθεί σωστά πάνω από δύο χρόνια κι έχει λαχταρήσει μια σκληρή πούτσα.

Στο χώρο μας, μια μικρή γκαρσονιέρα, είχα και μερικά τσοντο-περιοδικά με τρίο που έκαναν τις γυναίκες να κοκκινίσουν στα μάγουλά τους, σε συνδυασμό και με το ποτό. Η Εύα κοίταγε τις πουτσάρες και είχε ανάψει για τα καλά. Ήταν φανερό ότι ήταν πολύ καυλωμένη.

Τότε πρότεινα στις γκομενάρες να παίξουμε ένα παιχνίδι με χαρτιά, απλό: ο καθένας παίρνει από 15 φύλλα και αντιστρέφει με τη σειρά από ένα. Όποιος ρίξει το ίδιο με τον προηγούμενο κερδίζει και οι άλλοι δυο βγάζουν από ένα ρούχο.

Δεν επιτρέπονται αγγίγματα ενώ ο νικητής, που θα ήταν αυτός που θα είχε έστω κι ένα ρούχο πάνω του ενώ οι άλλοι δυο θα ήταν γυμνοί, θα αποφάσιζε τι θα κάνει με τους άλλους δύο που ήταν υποχρεωμένοι να το κάνουν.

Οι γυναικάρες δέχτηκαν με ενθουσιασμό. Ήξερα ότι η ώρα της παρτούζας είχε πλέον φτάσει.

Την πρώτη και τη δεύτερη φορά ήμουν κωλόφαρδος και οι γυναίκες έβγαλαν μπλούζα και παντελόνι κι έμειναν με τα εσώρουχα. Μόλις είδα τους βύζους της Εύας η πούτσα μου πήρε την ανηφόρα και με ενοχλούσε στο στενό τζιν που φορούσα.

Με συνεχόμενες νίκες της Εύας και της Μαίρης εγώ έμεινα με το κολλητό μου σλιπ που διέγραφε σχεδόν πλήρως τη σηκωμένη ψωλή μου ενώ τα κορίτσια απελευθέρωσαν τις βυζομπαλάρες τους. Ήθελα σαν τρελός να τις αγγίξω αλλά οι κανόνες το απαγόρευαν.

– «Μαιρούλα πολύ καλός ο δικός σου!», είπε η Εύα καρφώνοντας τη ματιά της στην σηκωμένη πούτσα μου που ασφυκτιούσε στο σλιπάκι.

– «Και που να τον φας να δεις τι κάνει!», της είπε η Μαίρη.

Στο μεταξύ εγώ άρχισα να έχω πρόβλημα από την πολύ καύλα, τ’ αρχίδια μου έβραζαν. Ευτυχώς τη στιγμή εκείνη κέρδισα. Τα κορίτσια γδύθηκαν. Σύμφωνα με τους κανόνες θα μπορούσα να κάνω ότι ήθελα. Τους λέω λοιπόν:

– «Κορίτσια θα με πιπώνετε εναλλάξ ανά τρία λεπτά κι όποια με κάνει να χύσω κερδίζει».

– «Τι κερδίζει;», φωνάζει η Εύα.

– «Γαμήσι μέχρι να χύσει η πούτσα του ξανά, ενώ η άλλη θα κοιτάει λιγωμένη. Είσαι; Φωνά»ζει στη φίλη της;

– «Φύγαμε!», είπε η Εύη.

Τα κορίτσια τρελάθηκαν. Είχαν καυλώσει κι οι δύο πολύ. Η Μαίρη έβγαλε το χρονόμετρο. Η Εύα φώναξε:

– «Βγάλε πια την πούτσα σου έξω. Εγώ είμαι γυμνή τόση ώρα κι εσύ τίποτα. Πούτσα δεν έχω δει, μόνο φαντάζομαι…»

Τότε η Μαίρη της λέει:

– «Άντε φιλενάδα, άρχισε εσύ πρώτη…»

Η Εύα πλησίασε και με το στόμα της τράβηξε το σλιπάκι μου κάτω. Η πούτσα μου πετάχτηκε μπροστά στο στόμα της. Είναι 17 πόντους με φυσιολογικό πάχος, αλλά έχει πολύ χοντρά αρχίδια. Μια θεσπέσια πίπα ξεκίνησε, ενώ η Μαίρη άρχισε να χρονομετρεί.

Η Εύα με έγλυφε και ρούφαγε το κεφάλι με δύναμη ενώ μου έπαιζε δυνατά την πούτσα. Ήθελε να με κάνει να χύσω απεγνωσμένα. Ρούφαγε όσο πιο δυνατά μπορούσε και με πίπωνε βαθιά. Πραγματικά κρατιόμουν με δυσκολία βλέποντας και τη Μαίρη να παίζει τη μουνάρα της. Ξαφνικά η Μαίρη λέει:

– «Φιλενάδα τέλος χρόνου. Σειρά μου τώρα…»

Η Μαίρη που ξέρει και τα γούστα μου ξεκίνησε αργά – αργά. Πιπίλησε και ρούφηξε ένα – ένα τα αρχίδια μου (που είναι πραγματικά τεράστια, σα μεγάλα αυγά και ξυρισμένα όπως αρέσουν στη Μαίρη), και σιγά – σιγά ανέβαινε προς τα πάνω παίρνοντας την πούτσα μου βαθιά στο στόμα της. Τελείως άλλη αίσθηση που σε έστελνε στον ουρανό.

Και ξαφνικά η Μαίρη αρχίζει να ρίχνει σκαμπιλάκια στις αρχίδες μου, κάτι που ξέρει ότι με τρελαίνει, ενώ ταυτόχρονα ρουφάει δυνατά την ψώλα μου.

– «Μωρό μου δε θα αντέξω πολύ έτσι…» της λέω. «Έχω τρελαθεί!»

Μετά από λίγο σταματάει και ξανά αργή πίπα…

– «Τέλος χρόνου!», φωνάζει η Εύα. «Σειρά μου πάλι…»

– «Ώστε αγριάδες θέλουν οι αρχίδες σου;», μου λέει η Εύα. «Τώρα θα δεις!»

Και χωρίς να με πιπώνει αρχίζει να μου ρίχνει σκαμπιλάκια στ’ αρχίδια εναλλάξ με δυνατές μαλάξεις. Ενώ αν αυτό μου το έκανε κάποιος σε ηρεμία θα πέθαινα σε πόνο, τώρα που ήμουν καυλωμένος με τρέλαινε.

– «Θέλω να χύσω!», φώναζα. «Πίπωσέ με να χύσω. Σταμάτα να παίζεις με τις μπάλες μου και πίπωσέ με!»

– «Όχι αγορίνα. Θα υποφέρεις. Δεν έχει πίπα. Μόνο μαλάξεις στ’ αρχίδια. Μαίρη συμφωνείς να τον τρελάνουμε έτσι;»

– «Αμέ! Τρέλανέ τον, τον καριόλη να μη μας κουνιέται ότι ξέρει να κρατιέται πολύ ώρα…», λέει η Μαίρη.

Η Εύα συνέχιζε να ρουφάει τις αρχίδες μου και που και που να ρίχνει καμιά ξώφαλτση γλειψιά στο κεφάλι της πούτσας. Είχα πεθάνει από καύλα. Βόγκαγα σα ζώο. Οι πουτάνες είχαν βρει το κουμπί μου.

– «Σειρά μου και πάλι!», λέει η Μαίρη. «Τέλος χρόνου».

Η πούτσα μου ήταν κάγκελο. Σηκωμένη, τούρμπο με ένα κεφάλι κατακόκκινο από την καύλα. Κι όμως ούτε η πουτάνα μου με πίπωσε. Κι αυτή άρχισε να μαλάζει τα μπαλάκια μου και να τα χτυπάει που και που…

– «Κορίτσια δεν αντέχω άλλο. Θα τον παίξω εγώ. Δε μπορώ, θέλω να χύσω!»

– «Άντε ρε Εύα, έλα δω!», της λέει η δικιά μου.

Η Εύα πλησίασε κι οι δυο μαζί άρχισαν να μου γλείφουν με τις γλωσσίτσες τους το κεφάλι της ψώλας μου. Η Εύα έπαιζε την πούτσα μου κι η Μαίρη ζούλαγε τις αρχίδες μου. Ε, δεν άντεξα άλλο.

– «Χύνωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωω! Καριόλεεεεεεεεεες! Πουτανάρεεεεες! Με τρελάνατεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεε! Λιώνωωωωωωωωωωωωωωωωω! Καυλάρεεεες! Χύνωωωωωωωωωωωωωωω! Πεθαίνωωωωωωωωωωωωωωω!»

Τόνοι χύσια βγήκαν από την πούτσα μου σε μια έκρηξη ηφαιστείου. Βόγκαγα σαν πούστης που τον γαμάνε χύνοντας. Κι οι δύο έγλειφαν την πούτσα μου και κατάπιαν ότι χύσι έβρισκαν.

Αφού ηρέμησα σε λίγο μου είπαν:

– «Και τώρα πια θα γαμήσεις;»

Οι δυο γκομενάρες έπαιζαν τις μουνάρες τους μπροστά μου και μου πρότειναν τις βυζάρες τους για να τις γλύψω. Δεν ήξερα με ποια να ξεκινήσω αλλά η πούτσα μου είχε διαλέξει. Ήθελε νέο αίμα. Γούσταρε την Εύα που στο πρόσωπό της έβλεπες να λέει: «Σε παρακαλώ. Ξέσκισε με. Θέλω πούτσο. Μη με παιδεύεις άλλο. Γάμα με. Γάμα με. Γάμα με!»

– «Έλα εδώ Ευούλα…», της λέω.

Ήρθε πρόθυμα γεμάτη ανακούφιση για την επιλογή μου, αλλά και τρελαμένη από την καύλα και ξάπλωσε δίπλα μου. Αφού φιληθήκαμε με πάθος άρχισα να της γλείφω τις βυζάρες αργά και λάγνα και να τις ρουφάω σιγά – σιγά. Είχα χύσει κι είχα όλη την υπομονή να παίζω μαζί της.

– «Καυλώνω η πουτάνα αγόρι μου!», φώναζε η Εύα καθώς κατέβαινα προς τη μουνάρα της.

Της έγλειψα τις μπουτάρες αλλά απέφευγα τη μούνα της.

– «Έλα παλιοκαριόλη, χώσε τη γλώσσα σου μέσα στη μούνα μου. Μ’ έχεις τρελάνει την πουτάνα. Δεν αντέχω άλλο. Έχω καυλώσει σαν παλιοπουτάνα!»

Τα λόγια της με είχαν καυλώσει και πάλι. Η πούτσα μου είχε γίνει τούρμπο και ξαφνικά νιώθω τη γλώσσα της Μαίρης πάνω της να αρχίζει ένα τσιμπούκι από αυτά που με παθαίνουν. Αργό, υγρό και βαθύ…

Ξαναμμένος από την καύλα σταμάτησα το μαρτύριο της Εύας. Έχωσα τη γλώσσα μου βαθιά στη μουνάρα της, έγλειφα και ρουφούσα κάθε σπιθαμή του μουνιού της που κατέβαζε τόνους υγρά. Το όλο σκηνικό ήταν εικόνα από ταινία σκληρού πορνό με τη διαφορά ότι οι πρωταγωνιστές ήμασταν εμείς, άνθρωποι της διπλανής σας πόρτας.

Η Εύα είχε κορώσει, βόγκαγε και χτυπιόταν στο κρεβάτι.

– «Αχ τι μου κάνει ο καυλιάρης που μου έφερες Μαίρη μου; Τι γλώσσα είναι αυτή; Με έχει στείλει. Δεν αντέχω άλλο. Χύνωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωω. Η πουτάνα, η γαμιόλα, χύνωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωω! Πούστη άντρα με τρέλανες με τη γλώσσα σου!»

– «Και τώρα θα τρελαθείς με την ψώλα του!», της λέει η δικιά μου. «Έλα γαμιά μου, κάνε την να χύσει η γαμιόλα με την πουτσάρα σου. Δείξε της τι μου κάνεις κι ακούγομαι σ’ όλη την πολυκατοικία όταν με γαμάς…»

Η Ευούλα στήθηκε στα τέσσερα, καθώς η Μαίρη, όπως μου είπε αργότερα, της είχε πει ότι ήταν η αγαπημένη μου στάση. Πιάνω την κωλάρα της και χώνω την πούτσα μου με δύναμη στη μουνάρα της που ήταν πλημμυρισμένη από τα χύσια της. Ήταν πολύ στενή δείγμα ότι είχε να γαμηθεί πολύ καιρό. Άρχισα το μπες – βγες αργά, βασανιστικά στη αρχή και σιγά – σιγά ο ρυθμός γινόταν ολοένα και πιο γρήγορος…

– «Αχ καριόλη, τι γαμήσι μου κάνεις; Τι πούτσα είναι αυτή; Μου γέμισες τη μουνάρα. Ξέσκισε με πούστη μου. Γάμα με άντρα μου δυνατά!»

Τα λόγια της με άναβαν κι άλλο και τη γάμαγα πολύ δυνατά πλέον. Τα κωλομάγουλά της είχαν γίνει κόκκινα από τις ξυλιές που της έριχνα αλλά γούσταρε.

– «Γάμα τη την πουτάνα, που δεν με πίστευε!», φώναζε ξαναμμένη η Μαίρη που έπαιζε τη μούνα της σαν αφηνιασμένη. «Γάμα τη να δει τι πούτσες τρώει η φίλη της. Γάμα τη που κάθεται αγάμητη τόσο καιρό. Ξέσκισε την. Δώσε της το μουνί στο χέρι της. Τελείωσε τη. Να μη μπορεί να περπατήσει μετά!»

Δε νομίζω ότι υπάρχει άντρας που να ακούει αυτά τα λόγια από τις δύο αφηνιασμένες φοράδες και να μη νιώθει την καύλα να τον πλημμυρίζει. Κινιόμουν με όση δύναμη είχα. Της ξέσκιζα τη μήτρα που είχε αρχίσει τις συσπάσεις της άκρατης ηδονής.

– «Ααααααααχχχχχχχχχχ! Τι τρέλα είναι αυτή! Τι έχανα τόσο καιρό η πουτάνααααααααα!!! Γάμα με πουτσαράαααααα μουυυυυ! Τρύπα τη μήτρα μουυυυ!!! Τι καύλα είναι αυτήηηηηηηηηηη! Τι πούτσα μου χώνεις ρε καριόληηηηηηηηηηη!!! Με σας θα ‘ρχομαι να τον τρώω συνέχειααααααα!!! Γάμααααααα, γάμαααααααα, γάμαααααααααααα!!! Αχχχχχχχχχχχ! Χύνωωωωωωωωωωωωωωωωω! Αχχχχχχχχχχχχχ η καριόλαααααααααααααα! Χύνωωωωωωωωωωω την πουτσάρα σουυυυυυυ! Με πέθανεεεεες! Λιώνωωωωωωωωωωωωω!!!»

Η Εύα έχυσε και έγειρε αποκαμωμένη. Η Μαίρη κοίταζε τη σιδερένια μου ψώλα με άγριες διαθέσεις.

– «Έλα δω βρε βρωμόσκυλο που με έχεις απήδηχτη τόση ώρα. Έλα να γαμήσεις τη σκύλα σου με τη βρωμοψωλάρα σουυυυυυ. Σε θέλω παλιοκαριόληηηηηηηηη!!!»

Την έστησα στα τέσσερα και άρχισα να τη γαμάω με τόση δύναμη όση δεν την είχα γαμήσει ποτέ. Αυτή η γυναίκα μου είχε γαμήσει μυαλό και σώμα. Με είχε λιώσει. Τη γάμησα με όλη μου τη δύναμη.

– «Γάμα μεεεεεεεεεεεε, γάμα μεεεεεεεεεεε! Ετσι, δυνατάαααααααα. Πάρε μου την καύλααααααααααααα. Πόνα μεεεεεεεεεεεεεεε!!!»

Άρχισα να της χτυπώ τα κωλομάγουλα με δύναμη. Είχαν αρχίσει να κοκκινίζουν από τις ξυλιές. Και ταυτόχρονα άρχισα να τη γαμάω με την πούτσα μου σε γωνία αλωνίζοντας κυριολεκτικά τη μούνα της.

– «Αχχχχχχχ παλιοπούστηηηηηηηηη. Τι μου κάνεις! Τι γαμήσι είναι αυτό. Με πέθανεεεες. Αχχχχχχχχ! Δεν αντέχω άλλο. Θέλω να χύσωωωωωωωωωωωωωωω!!!»

Της τράβηξα τα χέρια πίσω από την πλάτη και με όση δύναμη είχα της κάρφωνα τη μήτρα της. Η Εύα είχε πάθει πλάκα. Είχε αλλοφρονήσει. Δεν ξανάχε δει δυο ζώα να πηδιούνται έτσι ούτε στην πιο άγρια τσόντα.

– «Πήδα τη την καριόλαααα! Πήδα τη να χύσει. Σκότωσε τη στο γαμήσι. Τι πουτσαράς είσαι εσύ αγόρι μου!»

– «Χύνωωωωωωωωωωωωωω!!!», φώναξε η Μαίρη. «Αααααααααααααχ! Δεν αντέχω άλλο γαμήσι! Βοήθειαααααααααααααααα! Χύνωωωωωωωωωωωωω!!!»

Μην αντέχοντας άλλο τίναξα κι εγώ τόνους σπέρματος στη μούνα της.

– «Χύνωωωωωωωω παλιόμουνοοοοοοοοοοοο! Μου τα ρούφηξες όλα παλιοκαριόλαααααααααααα! Μόνο τέτοιες σκύλες θέλω να χύνωωωωωωωωωωωωωωω!!! Χύνωωωωωωωωωωωωωω!!! Πάρταααααααααααααααααα!!! Όλα δικά σουυυυυυυυυυυυυυ!!!»

Πέσαμε κάτω ξεροί. Η Εύα έπαιζε τη μούνα της από αυτό που μόλις είχε δει. Την πλησίασα και άρχισα να της γλείφω τη μούνα.

– «Αααααχχχχχ! Τι καύλα πουτσαρά μουυυυυυυυ! Τι γλωσσάρα είναι αυτή βρε σκύλεεεεεεεεεεεεεεεε! Τι γαμιάς είσαι εσύ. Δε θα μπορούμε να πάμε σπίτι μας απόψεεεεεεεε!!!»

Εγώ είχα αρχίσει να ψιλοκαυλώνω και πάλι. Η Μαίρη ως συνήθως ανέκαμψε γρήγορα. Αυτό το κορίτσι είναι για ατέλειωτο γαμήσι. Όσο την πηδάς χύνει. Καύλα σκέτη.

Οι γκόμενες με πλησίασαν και δύο καυτές γλώσσες άρχισαν να με γλύφουν από τ’ αρχίδια μέχρι το κεφάλι της πούτσας μου. Ένα θεϊκό γλείψιμο, πολύ αργό και υγρό, όπου Μαίρη κι Εύα χρησιμοποιούσαν μόνο γλώσσα και πολύ σάλιο για να εκτοξεύσουν την πούτσα μου και πάλι και να πάρει τις σωστές της διαστάσεις.

– «Κορίτσια τι μου κάνετε. Με πεθαίνετε. Ααααχχχχχχχχ! Τι καύλα είναι αυτή. Μου την κάνατε κάγκελο πάλι. Πιάστε τη μου και λίγο. Χώστε την στο στόμα σας. Μη με βασανίζετε άλλο!!!», τους φώναζα.

Όμως σαν να ήταν συνεννοημένες συνέχιζαν να με τρελαίνουν μόνο με τις γλώσσες τους που μπλέκονταν μεταξύ τους και χάιδευαν την πούτσα και τ’ αρχίδια μου, χωρίς να προχωρούν σε ένα πιο δυνατό χάδι που χρειαζόμουν για να μην φτάσω σε κατάσταση τρέλας. Όμως η Μαίρη ήξερε καλά τα κουμπιά μου και κατεύθυνε την Εύα στο να με τρελάνουν για να χύσω ξανά. Μετά κανένα δεκάλεπτο χαδιού με τη γλώσσα τους με είχαν φτάσει σε κατάσταση παροξυσμού.

– «Παλιοπουτάνες, με τρελάνατε! Αφήστε με να σας ξεσκίσω!!!»

– «Όχι γαμιά μου», μου λέει η Εύα. «Θα τινάξεις τα χύσια σου και πάλι και μετά θα μας ξαναγαμήσεις. Θα σε στραγγίσουμε σήμερα. Δε θα μπορείς να ξαναγαμήσεις για μέρες. Αν θες, αλλιώς σταματάμε και μένεις έτσι…»

Τι να κάνω λοιπόν. Δέχτηκα να κάνουν ότι ήθελαν με την ψωλή μου, και το παίδεμα συνεχιζόταν. Ξαφνικά κι ενώ τα βογγητά μου από το πολύ αργό γλείψιμο που μου έκαναν δυνάμωναν όλο και πιο πολύ, και γέμιζαν το δωμάτιο, η Μαίρη πιάνει την πούτσα μου δυνατά και αρχίζει να την παίζει μανιασμένα, ενώ η Εύα πιάνει τις αρχίδες μου, τις ζουλάει με τέχνη και τους ρίχνει μικρά σκαμπιλάκια. Τρελάθηκα, τα ‘παιξα.

– «Αχχχ! Τι μου κάνετε παλιοκαριόλες! Με τρελάνατε! Τι μουνιά είστε εσείς! Με φάγατε! Δεν αντέχω άλλο! Αχχχχχχχχχχχχχχχ! Πιο δυνατά! Κι άλλο! Χτύπα μου τ’ αρχίδια πουτάνα. Χύνωωωωωωωωωωωωωω!!!»

Τα βογγητά μου πρέπει να ακούστηκαν σ’ όλη την πολυκατοικία. Οι γκόμενες είχαν κατακαυλώσει. Τα βογγητά μου, η πίπα, είχαν δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα μέσα στην καύλα. Πήραν τα χύσια μου και τα άλειφαν στις βυζάρες τους, ενώ άρχιζαν να πιπιλάνε το καυλί μου που είχε μαραζώσει.

– «Κορίτσια αφήστε με λίγο… δεν μπορώ άλλο…», τους λέω.

– «Θέλουμε γαμήσι!», φωνάζει η Μαίρη και συνεχίζει την πίπα της.

Όμως ήταν αδύνατο να μου σηκωθεί για τέταρτη φορά αμέσως. Η Μαίρη νευριασμένη φέρνει δύο δονητές κι αρχίζει με νεύρο να χώνει έναν στη μούνα της κι ένα στη μούνα της Εύας. Η Εύα που δεν είχε ξαναδοκιμάσει δονητή τρελάθηκε. Οι δονήσεις του και το δυνατό γαμήσι που της έκανε μ’ αυτόν η Μαίρη σε συνδυασμό με την καύλα που είχε από τη φάση που προηγήθηκε την οδήγησαν και πάλι σε οργασμό.

– «Φιλενάδα δεν αντέχω. Πάλι χύνω. Τι πράμα είναι αυτό. Πέθανα. Τι μου κάνετε; Χύνωωωωωωωωωωωωωωωωω! Και πάλι χύνωωωωωωωωωω! Αααααχχχχχχ! Καύλαααααααααααααααααααα!»

Παιδιά ειλικρινά με ότι έβλεπα μου σηκώθηκε πάλι. Πιάνω τη Μαίρη, τη βάζω στα τέσσερα, κι ενώ έχει το δονητή στη μούνα της, τον χώνω στην κωλάρα που έχει ανοίξει για τα καλά από τα πολλά γαμήσια μας.

– «Γάμα παλιοπουστάρα που πριν δεν μπορούσες. Γάμα παλιοκαριόλη την κωλάρα της φοράδας σου!», μου φωνάζει.

– «Στην σκίζω μουνάρα. Στην έχω ανοίξει την κωλάρα σου. Θέλω να χύσω μέσα της την κρέμα μου. Κουνήσου παλιοκαριόλα!!!», της φώναζα και τη γάμαγα με όλη μου τη δύναμη.

Ξαφνικά νιώθω μια γλώσσα στην κωλοτρυπίδα μου. Ήταν η Εύα που έβαλε τα δυνατά της να με κάνει να χύσω και πάλι γλείφοντας την τρυπούλα μου και ζουλώντας τ’ αρχίδια μου. Η πρωτόγνωρη αίσθηση και τα κουνήματα της Μαίρης με καύλωσαν άγρια. Πήδαγα σαν άγριο άλογο. Η Μαίρη με το δονητή μέσα της και την πούτσα μου στον κώλο της δεν άντεξε άλλο

– «Χύνωωωωωωωωωωωωω. Η πουτάνα χύνωωωωωωωωωωωωωω. Με ξέσκισες καριόλη. Μου άνοιξες την κωλάρα. Χύνω η πουτάνα, χύνωωωωωωωωωω!!!»

– «Κι εγώ χύνωωωωωωωωωωωω. Δεν αντέχω άλλο. Χύνω στην κωλάρα σου μουνάρα μου. Χύνωωωωωωωωωωωωω. Αχχχχχχχχχχχ. Χύνωωωωωωωωω!!!»

Πραγματικά δεν είχα νιώσει τόσο άδειος άλλη φορά. Ήταν ένα γαμήσι που ποτέ δεν ξεχνάω, κι ακόμη κι όταν το περιγράφω ή το φέρνω στη μνήμη μου καυλώνω αμέσως. Ήταν το πήδημα που μας έβαλε στον αστερισμό της παρτούζα και από τότε συχνά – πυκνά κάνουμε παρτούζες τρίο και τετράδες με άλλα ζευγάρια.

error: